Η Απελευθέρωση της Λιβαδειάς

  • 0
  • Δημοσιευμένο από Διαχειριστή

Η Λιβαδειά ήταν ένα πολύ αναπτυγμένο εμπορικό κέντρο κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, με το μεγαλύτερο αριθμό κατοίκων σε σχέση με τις άλλες πόλεις της Στερεάς Ελλάδας. Αυτό αποτέλεσε και την κυριότερη αιτία για την ανάδειξή της ως κέντρο της Φιλικής Εταιρείας στην περιοχή. Την ίδια στιγμή και οι προεστοί της Λιβαδειάς διατηρούσαν καλές σχέσεις- πολλές φορές αθέμιτες βέβαια- με τους Οθωμανούς πασάδες για αυτό και ασκούσαν μεγάλη επιρροή στην τοπική διοίκηση και εύκολα μπορούσαν να την τροποποιήσουν λόγω του κύρους και της εξουσίας που διέθεταν.
Με την ηρωική, αποφασιστική, ιδιαίτερα οξυδερκή στάση και δράση τους, οι Έλληνες της Γκιαούρ Λιβαδειάς, όπως την αποκαλούσαν οι Τούρκοι, κατάφεραν όλα αυτά τα χρόνια να κάνουν τη Λιβαδειά μία πόλη που κατ’ αρχήν διοικούνταν από τους Έλληνες με την παρουσία των Τούρκων να είναι εντελώς διακριτική. Άλλωστε, η Λιβαδειά ήταν η πρώτη πόλη της Στερεάς που απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό.
Η απελευθέρωση της Λιβαδειάς ήταν ένα γεγονός που ωφελήθηκε από τις ανάλογες συγκυρίες που επικρατούσαν στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά κυρίως οφείλεται στην πολυμηχανία, τη διπλωματικότητα και φυσικά, την εξυπνάδα και τον ηρωισμό του λαού και των απελευθερωτών της, οι οποίοι χάρη στην ορθή διαχείριση των καταστάσεων και στα ευφυή σχέδιά τους κατάφεραν να χαρίσουν στην ελληνική Λιβαδειά την ελευθερία της.
Την περίοδο εκείνη, υπεύθυνος για την οργάνωση και τη λειτουργία της Λιβαδειάς ως κέντρο των Φιλικών για τη Στερεά Ελλάδα ήταν ο Αθανάσιος Ζαρείφης, ο οποίος κατάφερε χάρη στις διαβουλεύσεις του με τους τοπικούς άρχοντες να προετοιμάσει το έδαφος για την επανάσταση στην πόλη. Παράλληλα, η συνεργασία των προκρίτων Ιωάννη Λογοθέτη, Νικόλαου Νάκου και Ιωάννη Φίλωνα με τον πασά της Λιβαδειάς Χασάν αγά ήταν φιλική, σε αντίθεση με τη τεταμένη σχέση που είχαν με τον τέως πασά, Καρά Ισμαήλ αγά, που είχε αντιληφθεί τις επαναστατικές προετοιμασίες των Ελλήνων, κάτι που με την παρέμβασή τους οδήγησε στην απομάκρυνσή του από τη διοίκηση της Λιβαδειάς. Η κατάσταση ήταν ιδανική και τίποτα δε θα μπορούσε να σταματήσει τον «παντούρη και καπετάνιο» της Λιβαδειάς Αθανάσιο Διάκο από το να προχωρήσει στην κατάληψή της. Για αυτό και ο γενναίος οπλαρχηγός στρατοπέδευσε στον λόφο του Προφήτη Ηλία απέναντι από τον Πύργο της Ώρας αναμένοντας το θετικό πρόσταγμα του Βασίλη Μπούσγου. Εν τω μεταξύ, ο Μπούσγος, πρωτοπαλίκαρο του Διάκου, είχε αποσταλεί στην Πάτρα για να πάρει την άδεια από τους Φιλικούς για τον ξεσηκωμό της Λιβαδειάς. Βέβαια, πληροφορούμενος κοντά στο Γαλαξίδι για την επανάσταση στην Πελοπόννησο που μόλις είχε ξεκινήσει, επέστρεψε στη Λιβαδειά και ξεκίνησε ο αγώνας στα τέλη Μαρτίου 1821 λίγες μέρες αργότερα από την έναρξη της επανάστασης στον Μοριά.
Όλα αυτά, όμως, δεν μπορούσαν να γίνουν χωρίς κάποιο σχέδιο, μία οργάνωση και κάποια βοήθεια. Αξιοσημείωτη ήταν η προσφορά των αγωνιστών από το Δίστομο, το Κυριάκι, το Στείρι, την Κάπραινα (Χαιρώνεια), την Αράχωβα. Αυτοί που έδρασαν πρώτοι ήταν οι καλόγεροι της μονής του Οσίου Λουκά, της ΑγιάςΣοφιάς της Ρούμελης όπως έχει χαρακτηριστεί, οι οποίοι με μεγάλο ηρωισμό έπιασαν ως ομήρους τους Οθωμανούς του Διστόμου όπως και τον ζαμπίτη τους, ο οποίος ήταν αδερφός του Χασάν Αγά της Λιβαδειάς.Οι Τούρκοι της Λιβαδειάς, όμως, αντιλήφθηκαν τις επαναστατικές επιχειρήσεις που προετοίμαζαν οι Έλληνες, για αυτό και φρόντισαν να κλειστούν στο ενετικό κάστρο της Λιβαδειάς, στον Πύργο της Ώρας, δηλαδή στο ρολόι της Λιβαδειάς που είχε κάνει δώρο ο αρχαιοκάπηλος Έλγιν στους Οθωμανούς κατόχους της για να κάνει ανασκαφές στο μαντείο του Τροφωνίου, όπως και στα κονάκια τους. Πιο συγκεκριμένα, ο βοεβόδας της Λιβαδειάς, άλλοι Οθωμανοί, γυναίκες, παιδιά και κάποιοι Τουρκαλβανοί κλείστηκαν στο Κάστρο, με τους Αλβανούς να είναι υπεύθυνοι για την υπεράσπιση του πρώτου τείχους του και με τους υπόλοιπους για τον Πύργο των Τιμών. Ο βοεβόδας κρατούσε και δύο ομήρους, ρέεμια όπως ονομάζονταν, τους προκρίτους της Λιβαδειάς Νάκο και Λογοθέτη. Στον πύργο της Ώρας κλείστηκαν ο πρώην πασάς της πόλης Καρά Ισμαήλ αγάς, ο Ντεμήρ Βελής μπέης Καστούρης και διακόσια ντουφέκια. Τέλος, στα κονάκια βρίσκονταν πολλοί άλλοι Οθωμανοί προύχοντες της Λιβαδειάς, όπως ο Σουλεϊμάν Ποταμάς, ο Ζαήμ αγάς, ο αράπης Φρέσης και αρκετοί αρματωμένοι και το βοεβοδαλήκι υπερασπίζονταν πενήντα Αρβανίτες.
Λίγες μέρες πριν, ο Αθανάσιος Διάκος οργάνωνε την επανάσταση και μάζευε παλληκάρια για να πολεμήσουν, κάτι που κατάφερε με ένα πολύ έξυπνο τέχνασμα. Όταν ο Μπούσγος επέστρεφε από το Γαλαξίδι, στο δρόμο προς την επιστροφή, κοντά στο Ζεμενό, σκότωσε έναν Τούρκο ταχυδρόμο και τον Αλβανό σύντροφό του με σκοπό να παρεμποδίσει και να καθυστερήσει τη μετάδοση του μηνύματος της επανάστασης στον Χασάν αγά. Όμως, ο βοεβόδας έμαθε τους φόνους και κάλεσε τον Διάκο και τους προεστούς για να απολογηθούν και να δώσουν εξηγήσεις. Ο Διάκος, για να προστατέψει το πρωτοπαλίκαρό του, είπε ένα ψέμα στον βοεβόδα, ότι δεν έφταιγε ο Μπούσγος, αλλά ο Οδυσσέας Ανδρούτσος- που τότε διοικούσε το αρματολίκι του Αλή Πασά των Ιωαννίνων- αφού σκόπευε να επιτεθεί στη Λιβαδειά. Ο βοεβόδας, φοβούμενος έστω και στο άκουσμα του ονόματος του Ανδρούτσου, ικανοποίησε ακόμη και το αίτημα του Διάκου για στρατολόγηση 5.000 αντρών με την πρόφαση που πρόβαλεο Διάκος ότι με αυτόν τον τρόπο θα αρματωθεί η πόλη και θα είναι έτοιμη για επίθεση. Έτσι, ο αρχηγός της επιχείρησης συγκέντρωσε στρατό, πολεμοφόδια και προμήθειες στο μοναστήρι της Παναγίας Λυκούρεση την 28η Μαρτίου όπου κατέστρωσε το αρχικό του σχέδιο για την κατάληψη της Λιβαδειάς.
Ο Διάκος είχε σκεφτεί να επιτεθούν στην πόλη τη νύχτα από όλες τις μεριές, με σκοπό να τρομοκρατηθούν οι Τούρκοι και να παραδοθούν. Ωστόσο, σε αυτό το σχέδιο υπήρχε ένα εμπόδιο. Αυτή η ξαφνική επίθεση θα ήταν επικίνδυνη για τη ζωή των δύο κοτζαμπάσηδων που είχαν κρατηθεί όμηροι από τον βοεβόδα μέσα στο Φραγκικό κάστρο. Ο οπλαρχηγός προσπάθησε τελικά να πάρει τη Λιβαδειά μετά από συνεννοήσεις με τον βοεβόδα προτείνοντάς του τέσσερις όρους. Να παραδώσει τους ομήρους, όλοι οι Οθωμανοί να προσκυνήσουν στους Έλληνες, να παραδώσουν τα άρματά τους και τέλος, να μεταβούν ασφαλώς στην Ανατολή. Ο βοεβόδας συμφώνησε μόνο με τον πρώτο όρο, για αυτό και έγινε η ανταλλαγή των ομήρων, αλλά το υπόλοιπο σχέδιο δεν πραγματοποιήθηκε.
Τα μεσάνυχτα της 29ης προς 30η Μαρτίου ξεκίνησαν οι επιχειρήσεις για την απελευθέρωση της Λιβαδειάς. Αυτοί που συμμετείχαν ήταν ο Βασίλης Μπούσγος με τα παλικάρια του, ο Νίκος Σιμαρέσης με τους άντρες του από την Αράχωβα, ο αρχηγός Αθανάσιος Διάκος με το κύριο πολεμικό του σώμα και πολλοί Λειβαδίτες. Πρώτο βήμα για την κατάληψη της πόλης ήταν η κατάκτηση των κονακιών, όπου βρισκόταν μία πολύ μεγάλη μερίδα Οθωμανών και Αλβανών. Σε αυτήν την πολεμική δράση τραυματίστηκε ο Μπούσγος αλλά υπήρχε και το πρώτο θύμα για τους Έλληνες, ο Λειβαδίτης Θανάσης Αντάρας, που σκοτώθηκε στο κονάκι του Μερ Αγά. Για εκδίκηση οι Έλληνες έκαψαν το σπίτι ολοσχερώς χωρίς να αφήσουν κανένα να ζήσει, κάτι που τρόμαξε τους υπόλοιπους εσωκλείστους, οι οποίοι παραδόθηκαν. Παράλληλα, ο Διάκος κινούνταν προς το βοεβοδαλήκι, το μόνο που δεν είχε παραδοθεί. Εκεί, ο Έλληνας αγωνιστής τραυματίστηκε στο πόδι, όμως αψήφησε τον πόνο και πρότεινε στους Αρβανίτες υπερασπιστές του αρχοντικού να παραδοθούν, με τον όρο να εγγυηθεί για τη ζωή τους και να φύγουν μαζί με τα άρματά τους. Παρόλο που οι Αρβανίτες συμφώνησαν, εκεί έγινε μία αιματηρή συμπλοκή με δεκάδες νεκρούς, με αφορμή τον θάνατο ενός Έλληνα από έναν Αλβανό. Ύστερα από την κατάκτηση των σπιτιών σειρά είχε η εκπόρθηση του ενετικού κάστρου. Πρωταρχικό σχέδιο του Διάκου ήταν να προσεγγιστεί το εσωτερικό αυτού του ακατάλυτου κάστρου μέσα από κρυφά μονοπάτια που γνώριζαν κάποιοι ντόπιοι. Και οι δύο προσπάθειες των Ελλήνων αγωνιστών ήταν αποτυχημένες οδηγώντας τον Διάκο στην αλλαγή σχεδίου. Επειδή ο χρόνος ήταν λιγοστός και καθώς ο Διάκος ήταν αρχηγός όλης της Βοιωτίας και έπρεπε άρα να απελευθερώσει και άλλες περιοχές, αποφάσισε ότι μοναδική λύση θα ήταν να προδώσουν οι Αλβανοί τους συμμάχους τους, Οθωμανούς. Με τη συμβολή του προεστού Λογοθέτη, που ασκούσε επιρροή στους Αρβανίτες, ο Διάκος πέτυχε τον στόχο του, αφού οι Αλβανοί άφησαν την υπεράσπιση του πρώτου τείχους του κάστρου, το οποίο κατέλαβαν οι Έλληνες. Ο Χασάν αγάς μπροστά σε αυτή την κατάσταση παραδόθηκε τα ξημερώματα της 31ης Μαρτίου. Όμοια έπραξαν και οι εσώκλειστοι της Ώρας.
Η Λιβαδειά απελευθερώθηκε. Μία πανηγυρική δοξολογία που ακολούθησε την επόμενη ημέρα, 1η Απριλίου 1821, επίσημα επικύρωσε την απελευθέρωση της πόλης, που πλέον έγινε ελληνική. Στη λειτουργία αυτή στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής παρευρέθηκαν ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, ο επίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος και ο επίσκοπος Αθηνών Διονύσιος, οι οποίοι έπαιξαν επίσης σημαντικό ρόλο στον αγώνα, οι αγωνιστές και όλοι οι πολίτες της ελεύθερης Λιβαδειάς. Τότε, ο Αθανάσιος Διάκος διορίστηκε «κολονέλος» και οι τρεις πρόκριτοι «κόνσολοι» και όλοι μαζί ορκίστηκαν στον Εσταυρωμένο να εξακολουθήσουν το έργο τους με προθυμία μέχρι να τελειώσουν τον αγώνα τους.

ΖΑΓΚΑ ΔΑΝΑΗ Γ1

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Ι.Ε.Ε. τομ.ΙΒ,ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
2.Τ. ΛΑΠΠΑ,Λιβαδειά και Λιβαδείτες το ‘21

…πίσω στον χάρτη…